Κίντζιος Σπυρίδων (Πρύτανης Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών)
Αραχωβίτης Σταύρος
(Βουλευτής Λακωνίας, Τομεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.)

Οι πολλαπλές κρίσεις που ξεσπούν τα τελευταία χρόνια, υγειονομική, περιβαλλοντική, ενεργειακή, κρίση ακρίβειας, όλες πλήττουν την αγροτική παραγωγή με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Η ελληνική πρωτογενής παραγωγή, λόγω των δομικών ειδικών χαρακτηριστικών της και των διαρθρωτικών αδυναμιών της, είναι ακόμα πιο ευάλωτη στις εξωτερικές μεταβολές και συνεπώς η ανθεκτικότητά της βρίσκεται σε οριακό σημείο σήμερα.


Η χαμηλή στρεμματική πρόσοδος οφείλεται σε πολλούς παράγοντες που διαμορφώνουν μια πολυπαραμετρική εξίσωση. Αφενός, έχουμε συγκριτικά πολύ υψηλό κόστος παραγωγής, λόγω απουσίας αποτελεσματικών πολιτικών περιορισμού του αλλά και λόγω του μικρού κλήρου και των εδαφοκλιματικών ιδιαιτεροτήτων της χώρας. Αφ’ ετέρου, παρατηρούνται μικρές αποδόσεις
(στρεμματικές και εκτροφών), λόγω της έλλειψης αποτελεσματικών δημόσιων υποδομών όπως άρδευσης, εξηλεκτρισμού, δικτύου μεταφορών, λιμένων κ.ά.


Ο χαμηλός βαθμός διαπραγματευτικής δυνατότητας της τιμής των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων συνδιαμορφώνουν την τελική χαμηλή απολαβή των παραγωγών.


Τέλος, ο βαθμός ενσωμάτωσης των νέων τεχνολογιών και της επιστημονικής έρευνας στην γραμμή από την παραγωγή έως την μεταποίηση, αποτελούν κρίσιμους παράγοντες στην αύξηση της στρεμματικής προσόδου και της αποτελεσματικής άσκησης της γεωργίας και κτηνοτροφίας.
Σε αυτή την εξίσωση υπάρχουν παράγοντες οι οποίοι μπορούν να μεταβληθούν προς όφελος των ανθρώπων της παραγωγής, της οικονομίας και της απασχόλησης. Σε κάθε αναπτυγμένο και οργανωμένο κράτος, η παρέμβαση για τη βελτίωση των συνθηκών παραγωγής, με στρατηγική
κατεύθυνση, αποφάσεις και χρηματοδότηση, θεωρείται βασική υποχρέωση της Πολιτείας.


Η Ελληνική ύπαιθρος διαθέτει σημαντικά, αλλά σε μεγάλο βαθμό, αναξιοποίητα πλεονεκτήματα που προσδίδουν άκρως ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά στο παραγόμενο στη χώρα μας τρόφιμο. Η πλούσια παραλλακτικότητα και βιοποικιλότητα, αλλά και η εκτατική άσκηση της γεωργίας και κτηνοτροφίας οδηγούν σε διαφοροποίηση και ανάπτυξη ιδιαίτερων τοπικών προϊόντων με μοναδικά ποιοτικά χαρακτηριστικά.


Απόδειξη αυτού, είναι η ύπαρξη πολλών προστατευόμενων προϊόντων ΠΟΠ και ΠΓΕ και η συνεπακόλουθη αύξηση της προστιθέμενης αξίας και αναγνωρισιμότητάς τους.

Ωστόσο, οι αλλεπάλληλες κρίσεις περιορίζουν το οικονομικό μέγεθος των υφιστάμενων ελληνικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Τίθεται λοιπόν ως προτεραιότητα η ανάπτυξη μηχανισμών και πολιτικών για τη θωράκιση και ενίσχυση της ανθεκτικότητας μέσω της αύξησης της προσόδου των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και των ανθρώπων τους, όσο και της παραγωγής απέναντι σε αυτές τις όλο και συχνότερες κρίσεις.


Η τάση εγκατάλειψης του αγροτικού επαγγέλματος, η τάση μείωσης του πληθυσμού της υπαίθρου, η εγκατάλειψη καλλιεργούμενων εκτάσεων και καλλιεργειών ή εκτροφών, διαμορφώνουν μια σκληρή πραγματικότητα την οποία είναι επικίνδυνο να αγνοήσουμε. Λόγοι αξιοπρεπούς διαβίωσης των
παραγωγών, επισιτιστικής ασφάλειας, περιφερειακής συνοχής, οικονομικής και εργασιακής συνεισφοράς στην Εθνική οικονομία, επιβάλλουν τη βαθύτερη και θεμελιακή άσκηση πολιτικών για την
ενίσχυση της ανθεκτικότητας απέναντι σε αυτή την διαμορφούμενη πραγματικότητα.


Οι πολιτικές χρειάζεται να αναπτύσσονται ταυτόχρονα και παράλληλα σε δύο
δέσμες:
✔ Στην πρώτη, που περιλαμβάνει τα άμεσα μέτρα διάσωσης, στήριξης και ανακούφισης προκειμένου να μην καταρρεύσει η παραγωγή και να μην εγκαταλείψουν την παραγωγική διαδικασία οι παραγωγοί.
✔ Στην δεύτερη, που περιλαμβάνει τις πολιτικές και δράσεις για την μακροπρόθεσμη θωράκιση της ανθεκτικότητας της εγχώριας παραγωγής έναντι κρίσεων.


Αναλυτικότερα, στην πρώτη δέσμη μέτρων περιλαμβάνονται εκείνα που στοχεύουν στην μείωση του κόστους παραγωγής, την αναθεώρηση συνολικά της πολιτικής γης, τη δημιουργία σταθερού πλαισίου απασχόλησης εργατών γης, την ανάπτυξη δημοσίων αρδευτικών και αντιπλημμυρικών υποδομών,
τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου αδειοδότησης γεωργικών εγκαταστάσεων και την μείωση της γραφειοκρατίας, την αύξηση της προσβασιμότητας, της διαφάνειας και της δικαιοσύνης και της συμμετοχής για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος του παραγωγού.


Ταυτόχρονα οι πολιτικές για το τρόφιμο και την τροφή θα πρέπει να περιλαμβάνουν απαραίτητα την ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου για τις ελληνοποιήσεις και τον μιμητισμό, των φαινομένων αισχροκέρδειας και εκβιασμών σε βάρος των παραγωγών που σήμερα έχουν παραλύσει. Είναι
καθοριστική η καθιέρωση ενός συστήματος καθολικής διαφάνειας στη γραμμή των σχέσεων παραγωγού-εμπόρου-καταναλωτή, με αξιοποίηση τόσο των σύγχρονων ψηφιακών εργαλείων όσο και των μοντέλων πρόβλεψης τιμών.


Αντίστοιχα, στη δεύτερη δέσμη, περιλαμβάνονται η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της εγχώριας παραγωγής, η κατάστρωση και υλοποίηση ενός Εθνικού Σχεδίου Αντιμετώπισης Επισιτιστικών Κρίσεων με συγκεκριμένες εφαρμοσμένες πολιτικές, η ανάπτυξη κλαδικών στρατηγικών
πολιτικών για μια σειρά προϊόντα και ο εκσυγχρονισμός αλλά και στρατηγικός προσανατολισμός της μεταποίησης.

Κομβικό ρόλο μπορεί να διαδραματίσει η γεωστρατηγική θέση της χώρας, η ανάπτυξη συμμαχιών και εκπόνηση διεθνών συμφωνιών για την πλήρη προστασία των μοναδικών εθνικών μας προϊόντων. Η ενσωμάτωση της έρευνας των δημοσίων πανεπιστημίων και ερευνητικών ιδρυμάτων, η εκπαίδευση των αγροτών και η εισαγωγή της νέας τεχνολογίας και της καινοτομίας στα οποία έχει μείνει πίσω η χώρα μας, χρειάζονται επιτάχυνση στην υλοποίησή τους.


Τέλος, απαιτείται η ενθάρρυνση της δημιουργίας βραχέων αλυσίδων, αλλά και η ανάπτυξη αγρο-logistics. Είναι προφανές ότι για όλα τα παραπάνω, απαιτείται ταυτόχρονα ένα ισχυρό πλαίσιο για την ενθάρρυνση και προβολή πρακτικών για την προστασία του περιβάλλοντος και την ανάπτυξη δράσεων για τον περιορισμό της απώλειας και της σπατάλης τροφής (food waste).


Η Νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική που μόλις ξεκίνησε, μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό χρηματοδοτικό εργαλείο στην κατεύθυνση της θωράκισης της ανθεκτικότητας της Ελληνικής πρωτογενούς παραγωγής και των πληττόμενων εκμεταλλεύσεων μικρού και μεσαίου οικονομικού μεγέθους. Μία ακόμα ευκαιρία δεν πρέπει να πάει χαμένη. Σημειώνεται εδώ, ότι στον σχεδιασμό δεν έχουν συμπεριληφθεί οι παρατηρήσεις της μελέτης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών που παρουσιάστηκε και στην Βουλή των Ελλήνων την 22 α Ιουνίου 2022, σε ειδική συνεδρίαση της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου.
Χρειάζεται συνδυασμός γνώσης και αποφασιστικότητας, ρεαλισμού και οράματος, ανθρωπισμού, σύγχρονης και αποτελεσματικής σκέψης. Χρειάζονται πλατιές συμμετοχικές διαδικασίες και συνέργειες παραγωγών, επιστημόνων και πολιτικών χωρίς αποκλεισμούς και μικροκομματικές λογικές
παλαιών εποχών.

Σταύρος Αραχωβίτης, Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Λακωνίας | Τομεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. |

Όροι Χρήσης & και Πολιτική Προστασίας Δεδομένων

 

Log in with your credentials

Forgot your details?