Κωνσταντίνος Λαγουβάρδος, Dr. μετεωρολόγος, διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών,

Δημήτριος Μπιλάλης, καθ. Dr., Dr hc. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών,

Σταύρος Αραχωβίτης, γεωπόνος MSc, βουλευτής Λακωνίας*

Οι αλλαγές του κλίματος στη χώρα μας είναι πλέον προφανείς και οι επιπτώσεις τους έχουν αρχίσει να είναι σοβαρές, τόσο στην καθημερινότητά μας όσο και σε αρκετούς τομείς της οικονομίας. Ολοι θυμόμαστε τον παρατεταμένο καύσωνα του 2021 και τις επιπτώσεις που είχε όχι μόνο στους ανθρώπους, αλλά και στα οικοσυστήματα, με τις ανεξέλεγκτες δασικές πυρκαγιές αλλά και τον κλονισμό της αγροτικής παραγωγής. Τους τελευταίους μήνες βιώνουμε μια παρατεταμένη κατάσταση υψηλών θερμοκρασιών, με μικρά διαλείμματα, κατάσταση η οποία ήδη έχει αρνητικά αποτελέσματα στη γεωργία.

Είναι όμως τα παραπάνω γεγονότα απομονωμένα και τυχαία; Η απάντηση είναι όχι. Αναλύοντας τα δεδομένα, τις μετρήσεις θερμοκρασίας και βροχής και την τάση τους τα τελευταία 20-30 έτη, διαπιστώνουμε ότι η θερμοκρασία ακολουθεί μια διαρκώς αυξανόμενη τάση, με αποτέλεσμα η μέση μέγιστη θερμοκρασία στις περισσότερες περιοχές της χώρας να είναι σήμερα περίπου 1,5 βαθμό υψηλότερη απ’ ό,τι στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η αυξητική αυτή τάση δυστυχώς είναι κοινή σε όλο στον πλανήτη. Οσον αφορά τις βροχοπτώσεις, η τάση τα τελευταία χρόνια είναι ελαφρώς αυξητική σε αρκετές περιοχές της χώρας μας, αλλά ταυτόχρονα αυξάνεται και ο αριθμός των ημερών με ισχυρές βροχές οι οποίες προκαλούν ζημιές στις καλλιέργειες και μια σειρά άλλων φαινομένων όπως διάβρωση του εδάφους.

Τα έντονα και ακραία φαινόμενα, οι χαλαζοπτώσεις και οι θυελλώδεις άνεμοι έχουν μόνο αρνητικές επιπτώσεις στην αγροτική παραγωγή.

Τα κλιματικά σενάρια για το εγγύς μέλλον (2021-2050) εκπέμπουν ανησυχητικά μηνύματα. Οι ημέρες με υψηλές θερμοκρασίες θα αυξηθούν, με κατά μέσο όρο 10-15 περισσότερες ημέρες με καυσωνικές συνθήκες. Αρκετές περιοχές της χώρας μας θα βιώσουν μείωση του αριθμού ημερών με βροχή. Οι αλλαγές αυτές θα πρέπει επομένως να αποτελούν βασική παράμετρο της διαμόρφωσης των πολιτικών για την αγροτική παραγωγή στη χώρα μας.

Για την επιτυχή ανάπτυξη καλλιεργειών, το έδαφος, η θερμοκρασία και το νερό αποτελούν τους κυρίαρχους παράγοντες. Οι ακραίες θερμοκρασίες σε συγκεκριμένες εποχές επηρεάζουν τη σπορά, την άνθηση, την καρπόδεση, τις τελικές αποδόσεις, καθώς και την ποιότητα των τελικών προϊόντων. Οι μειωμένες βροχοπτώσεις κατά τα κρίσιμα στάδια ανάπτυξης των καλλιεργειών καταπονούν καλλιέργειες πολύ σημαντικές για τον εθνικό πλούτο της χώρας μας, όπως ο αραβόσιτος, ο ηλίανθος, η βιομηχανική τομάτα. Το σενάριο για αναμενόμενη μείωση των βροχοπτώσεων κατά τους μήνες Μάρτιο-Μάιο σε σημαντικές παραγωγικές περιοχές, ειδικά στην Ανατολική Ελλάδα, θα επηρεάσει και χειμερινές καλλιέργειες όπως τα σιτηρά, που, αν και ξηρικές, θα αναγκάζονται οι αγρότες να τις αρδεύουν αυξάνοντας το κόστος παραγωγής.

Επίσης η συχνότερη εμφάνιση ακραίων φαινομένων, όπως καύσωνες, πλημμύρες και χαλαζοπτώσεις, υποβαθμίζει ή καταστρέφει μεγάλες εκτάσεις καλλιεργειών ή υποβαθμίζει σημαντικά την παραγωγή. Οι μεγάλης έντασης και διάρκειας βροχοπτώσεις, μέσω της απορροής, υποβαθμίζουν τα επικλινή εδάφη μέσω της διάβρωσης και μειώνουν σημαντικά τη γονιμότητά τους.

Η κλιματική μεταβολή επίσης διαφοροποιεί τη ζιζανιοχλωρίδα στις καλλιέργειες, με την εμφάνιση και νέων ειδών ζιζανίων που δεν υπήρχαν στην περιοχή ή που αν υπήρχαν δεν δημιουργούσαν πρόβλημα στο παρελθόν. Η αύξηση των προσβολών και η εμφάνιση νέων παθογόνων στις καλλιέργειες συσχετίζονται συχνά με τη διαφοροποίηση των κλιματικών συνθηκών.

Η αμειψισπορά (εναλλαγή καλλιεργειών), φιλοπεριβαλλοντικά συστήματα παραγωγής όπως η βιολογική γεωργία, η αναγεννητική γεωργία και η γεωργία άνθρακα μπορούν να μετριάσουν το αρνητικά αποτελέσματα. Οδηγούμαστε σε νέα μοντέλα γεωργικής παραγωγής με νέες εποχές καλλιεργειών, με νέα χαρακτηριστικά ποικιλιών προσαρμοσμένα στην κλιματική μεταβολή και με εισαγωγή πλέον νέων καλλιεργειών ειδικά σε περιοχές όπου οι παραδοσιακές καλλιέργειες δεν θα μπορούν πλέον να ανταποκριθούν στις υφιστάμενες και κυρίως στις μελλοντικές κλιματικές συνθήκες.

Η αύξηση της μέσης μέγιστης θερμοκρασίας κατά 1,5 βαθμό, όπως αναφέρθηκε, επηρεάζει άμεσα τη θερμοκρασία της θάλασσας με ευθεία επίπτωση στα ιχθυαποθέματα. Η εγκατάσταση ξενικών ειδών που απωθούν τα αυτόχθονα ή ο περιορισμός της γονιμότητας (π.χ. μύδια) συνεπάγονται πίεση στην εγχώρια αλιεία.

Ο στρατηγικός σχεδιασμός πλέον οφείλει να επικεντρωθεί στη θωράκιση της εγχώριας παραγωγής, στην προσαρμογή της στις νέες κλιματικές συνθήκες και παράλληλα να στοχεύει στη διασφάλιση της διατροφικής ασφάλειας της χώρας μας και της αειφορίας του πλανήτη.

Η συνεργασία όλων των σχετικών επιστημονικών ειδικοτήτων (διεπιστημονικότητα), χωρίς αποκλεισμούς και ηγεμονισμούς, είναι το προαπαιτούμενο. Η επαρκής στελέχωση των δομών και η αναστροφή της διαρροής επιστημόνων (brain dain) ώστε να προσφέρουν τις γνώσεις τους στη βελτίωση της εγχώριας παραγωγικότητας είναι επιβεβλημένες.

Η αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας, της καινοτομίας, της έρευνας και η εισαγωγή τους στο πεδίο εφαρμογής με ορθολογισμό θα είναι το στοίχημα της επόμενης ημέρας. Προς τούτο, χρειάζονται τόσο η επαρκής χρηματοδότηση όσο και η ηλικιακή ανανέωση των αγροτών με ταυτόχρονη διαρκή εκπαίδευση και επιμόρφωση. Για παράδειγμα, η υδατο-οικονομία που θα επιτευχθεί από την έγκαιρη και εντοπισμένη μετεωρολογική παρατήρηση, από την πρόγνωση και έκδοση σχετικών οδηγιών θα είναι αμεσότερη, περισσότερο αποτελεσματική και οικονομικότερη ακόμα και από την κατασκευή φαραωνικών αρδευτικών έργων.

Η δημιουργία των απαραίτητων δημόσιων υποδομών με την ταυτόχρονη ενίσχυση της κοινωνικής συμμετοχής στον σχεδιασμό και τη διαχείρισή τους αποτελεί υποχρέωση της πολιτείας. Στο πλαίσιο αυτό μπορούν να αναπτυχθούν ουσιαστικές δράσεις ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης υλικών και συσκευασιών, επέκταση της βιολογικής γεωργίας και της γεωργίας χαμηλών εισροών, δράσεις κατά της σπατάλης τροφίμων (food waste), περιβαλλοντικές παρεμβάσεις κατά της διάβρωσης και της ερημοποίησης.

Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων υπάρχουν χρηματοδοτικά εργαλεία που μπορούν να υποταχθούν στον σκοπό. Η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) που μόλις ξεκίνησε αποτελεί το μεγαλύτερο χρηματοδοτικό εργαλείο για την ανάπτυξη των απαραίτητων εργαλείων και υποδομών. Η ΚΑΠ, ως η πρώτη και μόνη κοινή ευρωπαϊκή πολιτική, είναι ακόμα μια ευκαιρία για τη χώρα που δεν πρέπει να πάει χαμένη. Ωστόσο, ο σημερινός σχεδιασμός του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου απέχει παρασάγγας από την εξυπηρέτηση αυτών των στρατηγικών.

Ταυτόχρονα, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι άλλο ένα χρηματοδοτικό εργαλείο για τη θωράκιση της χώρας και την εισαγωγή βιώσιμων πρακτικών και στον γεωργικό τομέα, το οποίο επίσης χρειάζεται άμεσα ανακατεύθυνση.

Επιπλέον, ευρωπαϊκά προγράμματα για την έρευνα, τη συλλογή κλιματικών, υδρογεωλογικών, εδαφολογικών δεδομένων και τη συστηματική συλλογή μετρήσεων, την εισαγωγή καινοτομιών, την εκπαίδευση των χρηστών, την προστασία από την ερημοποίηση περνούν ανεκμετάλλευτα ή, στην καλύτερη περίπτωση, υλοποιούνται αποσπασματικά χωρίς διασύνδεση και εκτός ενός κεντρικού σχεδιασμού και συντονισμού.

Το μέλλον διαγράφεται δύσκολο για την ελληνική γεωργική παραγωγή και την αλιεία. Ο χρόνος τρέχει σε βάρος των παραγωγών και της παραγωγής. Εχουμε υποχρέωση να μην αφήσουμε άλλες ευκαιρίες χαμένες. Εχουμε χρέος απέναντι στις επόμενες γενιές παραγωγών αλλά και καταναλωτών. Και το αναλαμβάνουμε.

*Τα παραπάνω αποτελούν προσωπικές απόψεις των επιστημόνων που υπογράφουν το άρθρο

Σταύρος Αραχωβίτης, Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Λακωνίας | Τομεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. |

Όροι Χρήσης & και Πολιτική Προστασίας Δεδομένων

 

Log in with your credentials

Forgot your details?